Ο Αποστόλης Βαγγελάκης μιλάει στο EvArt.gr
- Λεπτομέρειες
- Γράφει ο/η Εύη Κουκά Εύη Κουκά
- Κατηγορία: Συνεντεύξεις Συνεντεύξεις
- Δημοσιεύθηκε : 17 Οκτωβρίου 2016 17 Οκτωβρίου 2016
Αυτό που θεωρώ το πιο σημαντικό είναι ο άνθρωπος να είναι δημιουργικός. Αν καταλάβεις πόσο όμορφη και σημαντική είναι η δημιουργία, όλα τα άλλα φτιάχνονται...
λέει στον Γιάννη Φύτρο και την Εύη Κουκά ο Αποστόλης Βαγγελάκης.
Από τους σημαντικότερους σύγχρονους μουσικούς πνευστών, ο Αποστόλης Βαγγελάκης με σπουδές στη Μουσικολόγια στο Α.Π.Θ. και στο Σύγχρονο Ωδείο Θεσσαλονίκης, έχει καταγράψει στο βιογραφικό του συνεργασίες με καταξιωμένους Έλληνες καλλιτέχνες, με αυτή με το Γιώργο Νταλάρα να μετράει ήδη δέκα χρόνια, ενώ έχει γράψει και το βιβλίο με τίτλο "Η τεχνική του παραδοσιακού κλαρίνου" που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις fagottobooks. Τον τελευταίο καιρό τον βρίσκουμε να ασχολείται επίσης με το προσωπικό του project, όπου η jazz, η rock και το swing συναντούν το έντεχνο, λαϊκό και δημοτικό τραγούδι. Με αφορμή τις επερχόμενες παραστάσεις του στο Athenaeum, συναντήσαμε τον Αποστόλη Βαγγελάκη για μια εκτενέστερη γνωριμία μαζί του αλλά και του έργου του, το οποίο χαρακτηρίζει ως απλό, προφανώς από σεμνότητα, γιατί μόνο απλό δε θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε, αν αναλογιστούμε τις μουσικές γνώσεις, την εμπειρία και το ταλέντο που χρειάζεται για να "παντρέψεις" όλα αυτά τα μουσικά είδη και η κατάληξη να είναι το "happy end"! Ιδανική τοποθεσία για το ραντεβού δε θα μπορούσε να είναι άλλη από το ιστορικό "Συν Ένα" στούντιο που στεγάζεται εδώ και δεκαετίες στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και το οποίο τόσο ο Αποστόλης Βαγγελάκης όσο και πολλοί άλλοι καλλιτέχνες έχουν εμπιστευτεί για την ηχογράφηση των... "πονημάτων" τους!
Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή... Παίζεις κλαρίνο, σαξόφωνο καθώς και άλλα μουσικά όργανα. Πως επέλεξες να στραφείς προς τη μουσική;
Όπως είπες, παίζω κλαρίνο, σαξόφωνο, φλογέρες, επιπλέον ασχολούμαι με κάποια έγχορδα και με το πιάνο αλλά πιο ερασιτεχνικά. Τείνω λοιπόν, κυρίως στα πνευστά με βασικό όργανο το κλαρίνο. Τώρα, αυτή η σχέση ξεκίνησε τυχαία. Ένας θείος μου έπαιζε κλαρίνο και με ώθησε να πάω σε μια φιλαρμονική για να μάθω. Πήγα και από ‘κει και πέρα μου άρεσε και συνέχισα. Ήταν τότε και η εποχή της disco, που έφερνε αυτά τα όργανα λίγο στο περιθώριο και αυτό με ώθησε ακόμα περισσότερο να ασχοληθώ. Ήταν κάτι διαφορετικό σε σχέση με το «καθεστώς» της εποχής.
Στη μουσική σου πορεία, όμως, σε κέρδισαν κι άλλα μουσικά είδη...
Όταν πέρασα στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης γνώρισα άλλα πράγματα, έκανα ορισμένα μαθήματα στη jazz, ασχολήθηκα και με το σαξόφωνο αρκετά χρόνια. Βρέθηκα και από αυτή την πλευρά. Έπαιξα λίγο ροκ, λίγο jazz καθώς και πιο word music σε κάποια ethnic σχήματα, όπου πειραματίστηκα με παντρέματα μουσικών ειδών. Γενικά, έκανα διάφορα πειράματα σε αυτόν τον τομέα...
Πριν αναφερθούμε στο project που παρουσιάζεις, θα θέλαμε να μας πεις δυο λόγια και για τις συνεργασίες που έχεις κάνει, οι οποίες είναι πολλές και ενδιαφέρουσες...
Ναι, έχω συνεργαστεί με σημαντικούς και αξιόλογους καλλιτέχνες. Έχω σταθεί πολύ τυχερός στο πλαίσιο των συνεργασιών, καθώς δε βρέθηκα ποτέ σε αδιέξοδο και δεν έπαιξα σε ένα σχήμα από ανάγκη. Ήταν όλες άψογες τόσο όσον αφορά στη μουσική που έπαιξα μαζί με κάθε καλλιτέχνη όσο και στην ανθρώπινη επαφή.
Αν ξεχώριζες κάποια, ποια θα ήταν;
Σίγουρα η πιο μεγάλη συνεργασία είναι με τον Γιώργο Νταλάρα, η οποία ξεκίνησε πριν δέκα χρόνια με το που ήρθα από την Πρέβεζα στην Αθήνα.
Και μετά από τόσες συνεργασίες, πως είναι να κάνεις κάτι δικό σου;
Ναι μεν είναι πολύ σημαντικές οι συνεργασίες, αλλά η προσωπικότητά σου δεν είναι καθαρή και ατόφια μέσα από αυτές, με την έννοια ότι προσπαθείς να παίξεις πάνω στην ιδέα κάποιου άλλου και να ενσωματωθείς. Έτσι, αποφάσισα ότι θα ήθελα να βγάλω τη δική μου αισθητική, να έρθω σε επαφή με τον εαυτό μου και να παίξω αυτό που με γεμίζει περισσότερο. Mε το project που παρουσιάζω, στόχος μου είναι να παίξω τα τραγούδια που μου αρέσουν, ασχέτως σε ποιο μουσικό είδος ανήκουν. Σαφώς υπάρχει μια μεγαλύτερη βάση στα δημοτικά, καθώς είναι και ο πρώτος μου έρωτας και έχω ασχοληθεί περισσότερο με αυτό το τραγούδι.
Μίλησε μας λίγο παραπάνω για αυτό το project...
Το project περιλαμβάνει κυρίως γνωστά τραγούδια, τα οποία διασκευάζω με βάση τη δική μου οπτική και αισθητική. Μπορεί να υπάρχουν διάφορες αποχρώσεις στο κάθε τραγούδι. Μέσα από αυτές τις διασκευές ουσιαστικά προσπαθώ να εντάξω ένα δικό μου στυλ. Βάζω σιγά-σιγά και κάποια δικά μου τραγούδια. Προς το παρόν έχουμε δύο, ένα σε δικούς μου στίχους και μουσική και ένα σε δική μου μουσική και σε στίχους του Κώστα Αντύπα. Το βασικό στοιχείο του project, όπως είπα, είναι ότι δε στέκεται μόνο σε ένα είδος μουσικής. Αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία, ειδικά για εμάς που είμαστε νέοι μουσικοί και έχουμε παίξει σε πολλά διαφορετικά σχήματα, έχουμε ασχοληθεί με πολλά είδη και η μουσική πληροφορία που λαμβάνουμε είναι τόσο μεγάλη. Μας αρέσουν και κατά συνέπεια παίζουμε κομμάτια από διάφορα είδη. Δηλαδή, υπάρχουν επιρροές από jazz, rock, swing καθώς και από το έντεχνο, λαϊκό και δημοτικό τραγούδι.
Το «πείραγμα» γνωστών και αγαπημένων στο εκάστοτε κοινό τραγουδιών δεν επιφέρει και κάποιο ρίσκο;
Φυσικά και έχει ρίσκο. Ένα τραγούδι έχει τέτοια δύναμη που μπορεί να κάνει τον ακροατή να αντιδράσει θετικά αλλά και αρνητικά σε κάποια διασκευή. Προσωπικά, διασκευάζω –άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο- όλα τα ήδη υπάρχοντα τραγούδια που συμπεριλαμβάνω στο project μου, επιθυμώντας να δώσω με αυτόν τον τρόπο μια άλλη διάσταση στο κομμάτι. Έκανα αυτό το project προκειμένου να παίξω αυτό που μου αρέσει, με το ρίσκο του. Φυσικά με ενδιαφέρει να αποδεχτεί ο κόσμος αυτό που κάνω, θέλω όμως να μοιραστώ και μαζί του αυτό που αρέσει σε ‘μένα. Με ενδιαφέρουν τα απλά πράγματα, από την επικοινωνία μέχρι τον στίχο. Δε θέλω πολλές νότες, δύσκολες λέξεις. Θέλω απλά πράγματα που να έχουν όμως βάρος. Θέλω οι άνθρωποι που θα με ακούσουν να καταλαβαίνουν τη μουσική μου, αυτό που κάνω να είναι προσιτό. Δε θέλω να αποδείξω κάτι. Θέλω να είμαι κοινωνικός μέσα από αυτό που μου αρέσει.
Ο κόσμος πως έχει ανταποκριθεί μέχρι τώρα σε αυτό το project;
Οι παραστάσεις που δώσαμε την προηγούμενη σεζόν πήγαν ιδιαίτερα καλά, παρ’ όλο που δε διαφημίστηκαν. Ήρθε φίλος με το φίλο, ο ένας έλεγε στον άλλο και σιγά-σιγά ο κόσμος που ερχόταν να μας δει ήταν όλο και περισσότερος από παράσταση σε παράσταση. Αυτό έχει σημασία για ‘μένα. Δε με νοιάζει να κάνω το μεγάλο «μπαμ» -ούτε και περιμένω πως θα γίνει-, αλλά με ενδιαφέρει οι 50 άνθρωποι που με ακούν να γίνουν 200.
Και μετά τα «πειράγματα», να έρθουμε στα «παντρέματα» μουσικών. Τελευταία συναντάμε ελληνικά σχήματα ακόμα και από τη rock και stoner σκηνή που εντάσσουν στις συνθέσεις τους το παραδοσιακό/δημοτικό στοιχείο. Κατά τη γνώμη σου, είναι μια νέα τάση ή είναι μία προσπάθεια να αφομοιώσουμε το παρελθόν σε κάτι καινούριο, σε αυτό που κάνουμε τώρα;
Κοίτα, παλαιότερα ο κόσμος ήταν δύσκολο να μετακινηθεί από το ένα μέρος στο άλλο. Έτσι, δημιουργήθηκαν πολλές μικρές εστίες και εφόσον ήταν λίγες οι επιρροές, ο κάθε τόπος διαμόρφωσε το δικό του ιδίωμα. Όπως λες κι εσύ, μιλάμε για κάτι παρελθοντικό γιατί υπήρξε μια τομή σε σχέση με τα δημοτικά τραγούδια: Σταμάτησαν να γράφονται. Ενώ το δημοτικό τραγούδι είναι ακόμα ζωντανό, το ακούμε σε παραστάσεις, μείναμε να μιλάμε για το «στ' Αναπλιού το Παλαμήδι 'κει βροντάει το καρυοφύλλι». Σήμερα όμως δεν έχουμε καρυοφύλλια. Είναι μεγάλο αδιέξοδο αυτό. Έφτασα στην ηλικία που είμαι και για να παίξω τα ηχοχρώματα που μου αρέσουν, πρέπει να παίξω για μια μικρή κοντούλα. Σήμερα μας αρέσουν οι ψηλές. Κατά τη γνώμη μου λοιπόν, ο κόσμος που θέλει και του αρέσει αυτό το χρώμα, δηλαδή τα ιδιώματα της επαρχίας τα οποία είναι πολλά και έχουν φτάσει σε πολύ μεγάλο επίπεδο αισθητικής και τέχνης, ο κόσμος που έχει αυτή την τάση και έχει αγαπήσει αυτό το είδος έψαξε τρόπους να το εντάξει στο σήμερα και να παίξει τραγούδια «για μια καραγκούνα που είχε μια ποδιά» ή για το «Γιάννη μου το μαντήλι σου», αν και τώρα δεν έχει ο κόσμος μαντήλια. Και βρήκε διέξοδο μέσα από το βασικό ρεύμα της εποχής, που είναι το pop. Γιατί pop δεν είναι μόνο η Beyonce, είναι και το heavy metal και το rock, υπό την έννοια του popular.
Το αδιέξοδο λοιπόν της μουσικής που σταμάτησε να υπάρχει είναι παράλληλα και μια ευκαιρία να συνεχίσει μέσα από κάποιο άλλο είδος, να εξελιχθεί...
Σήμερα στην Ελλάδα, το κλαρίνο δεν έχει ύλη ούτε στο Πανεπιστήμιο ούτε στα ΤΕΙ ούτε και στα Μουσικά Γυμνάσια. Το ίδιο ισχύει και για το δημοτικό βιολί και για το λαούτο. Η μουσική αυτή δεν είναι καν συστηματοποιημένη, δεν ξέρουμε δηλαδή ποιοι κανόνες και νόμοι τη διέπουν. Είναι συνήθως τελείως εμπειρική. Ένας τρόπος υπήρχε για να εξελιχθεί. Να μάθουν οι νέοι τις βάσεις της, τη δομή της και να παίξουν ό,τι θέλουν έχοντας όμως και την ευθύνη αλλά και το δικαίωμα να κάνουν αυτό που θέλουν. Εφόσον δεν υπάρχει η παιδεία, νομίζω ότι είναι αδύνατον να εξελιχθεί. Ο καθένας κάνει απλά το δικό του αγώνα.
Σε αυτό το σημείο, να αναφερθούμε και στο βιβλίο που έχεις γράψει με τίτλο «Η τεχνική του παραδοσιακού κλαρίνου». Θα μπορούσε να βοηθήσει στη γνώση της βάσης και τη δομής του κλαρίνου;
Αυτό το βιβλίο είναι μια απλή μέθοδος για κάποιον που θέλει να ξεκινήσει να μάθει κλαρίνο και δεν έχει τη δυνατότητα να πάει σε ένα δάσκαλο. Μπορεί να τον βοηθήσει να κάνει μια πρώτη γνωριμία με το κλαρίνο και να μάθει τις βασικές αρχές του.
Να γυρίσουμε στα θρανία, μιας και διδάσκεις μουσική και σε σχολεία. Θεωρείς ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις για την παιδεία, να μπορέσεις να περάσεις κάποια πράγματα χωρίς να έχεις ύλη;
Αυτό εξαρτάται και από το δάσκαλο. Για παράδειγμα, έχεις 20 μαθητές σε μια τάξη τους οποίους τους νιώθεις σαν παιδιά σου. Προσωπικά το αισθάνομαι αυτό, όπως και είναι πολύ σημαντικό για ‘μένα να καταφέρω να κεντρίσω σε έναν άνθρωπο το φιλότιμο, το σεβασμό, ένα θετικό συναίσθημα, να τον κάνω να αγαπήσει τη δημιουργία. Δεν το βλέπω στο σύνολο του κόσμου, γιατί προφανώς δεν θα αλλάξει ο κόσμος με αυτό. Όλα τα παιδιά είναι δεκτικά στο να μάθουν μουσική. Αυτό που θεωρώ όμως το πιο σημαντικό είναι ο άνθρωπος να είναι δημιουργικός. Αν καταλάβεις πόσο όμορφη και σημαντική είναι η δημιουργία, όλα τα άλλα φτιάχνονται. Γιατί δημιουργία είναι και μια καλημέρα που θα πεις, το πώς θα την πεις... Το πώς θα κοιτάξεις στα μάτια έναν άνθρωπο που γνωρίζεις για πρώτη φορά. Θεωρώ ότι ακόμα και αυτό είναι μια μορφή δημιουργίας.
Και από τις τάξεις ας περάσουμε στη σκηνή. Τι είναι αυτό που επιθυμείς να προσφέρεις στο κοινό που θα έρθει να δει τις παραστάσεις σου; Θεωρείς ότι η μουσική και ψυχαγωγεί και διασκεδάζει;
Ναι. Εμείς δεν έχουμε κλισέ ούτε στα μουσικά είδη, ούτε στο σκοπό του καθενός που θα έρθει να δει την παράσταση μας. Μπορεί κάποιοι να θέλουν να ψυχαγωγηθούν και άλλοι να διασκεδάσουν. Είναι όλοι ευπρόσδεκτοι. Ο καθένας ανάλογα με τις ανάγκες του, στο πλαίσιο βέβαια του σεβασμού. Κι εμείς σεβόμαστε τον κόσμο και ο κόσμος εμάς. Εν τέλει, νομίζω ότι είναι δική μου δουλειά να καθοδηγήσω/καθορίσω το ρυθμό της παράστασης. Στις παραστάσεις που έχω κάνει μέχρι τώρα υπάρχουν στιγμές που κάποιοι θα σηκωθούν να χορέψουν, αλλά υπάρχουν και οι στιγμές που επικρατεί νεκρική σιγή.
Κλείνοντας, πες μας δυο λόγια για τις εμφανίσεις που θα ξεκινήσουν στο Κελάρι του Athenaeum...
Ξεκινάμε την Τετάρτη 19 Οκτωβρίου, αρχικά για 7 παραστάσεις. Επί σκηνής είμαστε εγώ στα πνευστά και στο τραγούδι, ο Λάζαρος Ακριβόπουλος στα τύμπανα, ο Παναγιώτης Κωνσταντινίδης στο ακορντεόν και στα πλήκτρα και ο Άλκης Δήμος στο μπάσο και στο λαούτο. Σε αυτό το project θα βρεθούν όμως και κάποιοι καλεσμένοι που μας τιμούν με την παρουσία τους. Θα είναι, λοιπόν, ο Χρήστος Θηβαίος, ο Δημήτρης Υφαντής, ο Θοδωρής Κοτονιάς, η Σοφία Παπάζογλου και το μικρό σύνολο της Εστουδιαντίνα.
Και γιατί θα πρότεινες σε κάποιον να έρθει να δει αυτές τις παραστάσεις;
Γιατί είναι καλό να παίζεις με την τύχη σου! (Γέλια)
Ευχαριστούμε πολύ Αποστόλη!