Η Έλενα Μαρούτσου μιλάει στο EvArt.gr
- Λεπτομέρειες
- Γράφει ο/η Ελένη Μολφέτα Ελένη Μολφέτα
- Κατηγορία: Συνεντεύξεις Συνεντεύξεις
- Δημοσιεύθηκε : 22 Απριλίου 2016 22 Απριλίου 2016
Η τέχνη είναι ένας δρόμος σπαρμένος με απολαύσεις αλλά και μικρά ή μεγαλύτερα βάσανα, ένας δρόμος όμως που μας φέρνει πιο κοντά τόσο στον εαυτό μας όσο και στους άλλους.
λέει στην Ελένη Μολφέτα και τον Γιάννη Σαβουιδάκη η Έλενα Μαρούτσου.
Ονομάζεται Έλενα Μαρούτσου. Αν ήταν εποχή θα ήταν η Άνοιξη. Αν ήταν λουλούδι θα ήταν τριαντάφυλλο ή κρίνος... Θα μπορούσε να είναι κύκνος. Θα μπορούσε να είναι αύρα. Θα μπορούσε να είναι μια αυγή... Για κάποιο μαγικό λόγο συνδυάζει κάτι από όλα τα παραπάνω. Η Έλενα Μαρούτσου εκτός από το ρόλο της συγγραφέως, που κατέχει εξαιρετικά, κατέχει πολλούς ακόμα ρόλους. Ένας από αυτούς είναι ο ρόλος της καθηγήτριας, καθώς διδάσκει σε Δραματική Σχολή της Αθήνας. Εκεί γνωριστήκαμε... Δεν έχει όμως σημασία, που γνωριστήκαμε. Σημασία έχει ότι γνωριστήκαμε! Της ζήτησα αυτή τη συνέντευξη γιατί πραγματικά είναι ένας άνθρωπος που πρέπει να γνωρίσεις και εσύ...
Ένας υπέροχος άνθρωπος. «Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια» λέει ο σοφός λαός.
Σταματάω να φλυαρώ. Χυδαίες Ορχιδέες και Έλενα Μαρούτσου!
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή! Πώς προέκυψε η συγγραφή;
Έλενα Μαρούτσου: Η αλήθεια είναι πως δεν ξεκίνησα με τη γραφή αλλά με τη φωτογραφία. Έφτιαχνα κολλάζ τα οποία συχνά συνόδευα με κείμενα. Τα κείμενα στην πορεία πήραν το πάνω χέρι κι έτσι κατέληξα συγγραφέας.
Είναι εξωτερικοί οι παράγοντες που σας ωθούν να γράψετε (μια εμπειρία, μια σκηνή που ζήσατε και σας επηρέασε) ή εσωτερικοί;
Ε.Μ.: Αρχικά μάλλον εσωτερικοί, δηλαδή εμπειρίες και αισθήματα στοιβαγμένα με τα χρόνια, που συχνά ενεργοποιούνται με κάποια εξωτερική αφορμή.
Σπουδάσατε Ιστορία στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και έπειτα ακολουθήσατε μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό. Σήμερα είναι σχεδόν «μάστιγα» τα νέα παιδιά να εγκαταλείπουν τη χώρα μας και να καταφεύγουν στο εξωτερικό. Ποια η γνώμη σας γι’ αυτό το ζήτημα με βάση την προσωπική σας ιστορία;
Ε.Μ.: Παλιότερα τα νέα παιδιά έφευγαν στο εξωτερικό ως μέρος των σπουδών τους. Αυτή η δυνατότητα έχει αρχίσει να εκλείπει λόγω της οικονομικής στενότητας των περισσότερων οικογενειών. Επίσης, δεν υπάρχει πλέον η πεποίθηση πως ένας τίτλος σπουδών από το εξωτερικό θα βοηθήσει μετά στην ανεύρεση εργασίας. Το πρόβλημα της ανεργίας όλο και οξύνεται κι αν σήμερα τα παιδιά φεύγουν ή παραμένουν μετά τις σπουδές στο εξωτερικό είναι γιατί έχουν χάσει την ελπίδα τους για επαγγελματική αποκατάσταση εδώ. Αν μπορούν να βρουν έξω δουλειά, ποιος θα τους κατακρίνει που φεύγουν;
Έχετε διδάξει λογοτεχνία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ενώ τώρα διδάσκετε σε μια δραματική σχολή. Πώς είναι οι νέοι σήμερα; Τι διδάσκεστε από αυτή τη διδασκαλία;
Ε.Μ.: Δεν μπορώ να βάλω όλους τους νέους στο ίδιο τσουβάλι. Έχω διδάξει στην ιδιωτική εκπαίδευση, σε τεχνικά επαγγελματικά λύκεια, τώρα σε μια δραματική σχολή. Αυτή είναι από κοινωνική πλευρά μια μεγάλη γκάμα μαθητών με διαφορετικό μορφωτικό και οικονομικό επίπεδο, με διαφορετικά ίσως προβλήματα αλλά και ενδιαφέροντα. Σε κάθε περίπτωση όμως, όπως σωστά το θέσατε, έχω αντλήσει μεγάλη χαρά και ενέργεια από τη διδασκαλία, έχω νιώσει την αγάπη των παιδιών και θέλω να πιστεύω πως έχω δώσει κι εγώ λίγο από τον εαυτό μου και από την αγάπη που τρέφω τόσο προς τα παιδιά όσο και προς το αντικείμενο της διδασκαλίας μου, τη λογοτεχνία. Το μεγαλύτερο δίδαγμα για όλους τους δασκάλους είναι άλλωστε πως ό,τι δώσεις, θα λάβεις.
Παροτρύνετε τους νέους να ασχοληθούν με την τέχνη;
Ε.Μ.: Πάντα χρησιμοποιούσα την τέχνη ως εργαλείο της διδασκαλίας κι ελπίζω ότι με αυτό τον τρόπο βοηθώ τα παιδιά να εξοικειωθούν μαζί της και φυσικά, αν θέλουν, να εκφραστούν μέσω αυτής. Η τέχνη είναι ένας δρόμος σπαρμένος με απολαύσεις αλλά και μικρά ή μεγαλύτερα βάσανα, ένας δρόμος όμως που μας φέρνει πιο κοντά τόσο στον εαυτό μας όσο και στους άλλους.
Η εποχή δημιουργεί ανάγκη για έκφραση ή την κατακερματίζει; Πόσο εύκολο είναι να εκφραστεί κανείς σήμερα;
Ε.Μ.: Πιστεύω ότι όσο πιο αντίξοες είναι οι εποχές, όσο δηλαδή πιο πιεσμένος αισθάνεται ο άνθρωπος, τόσο η ανάγκη για έκφραση κι επικοινωνία μεγαλώνει. Φυσικά αυτό δεν ήταν ποτέ απλό ή εύκολο. Χρειάζεται δύναμη, πνευματική διαύγεια και, φυσικά, δουλειά.
Ποιοι είναι οι συγγραφείς που σας εμπνέουν και αντλείτε από αυτούς; Μοιραστείτε και προτείνετέ μας μερικά αγαπημένα σας έργα...
Ε.Μ.: Είναι πολλοί οι συγγραφείς που αγαπώ και θαυμάζω. Θα αναφέρω ενδεικτικά τον Παπαδιαμάντη, τον Προυστ, τον Κάφκα και τον Ντοστογιέφσκι από την κλασική παγκόσμια λογοτεχνία, τον Φίλιπ Ροθ, τον Τζόναθαν Κόου, την Γιόκο Ογκάουα από τους σύγχρονους. Της τελευταίας μάλιστα, το "Ξενοδοχείον Ίρις", είναι ένα μικρό διαμάντι, όπως και το "Κανείς δεν άναβε τα φώτα" του Φελισμπέρτο Ερνάντες, υπέροχο και το "Διαβάζοντας στη Χάνα", του Σλινκ.
Ποιο είναι το αγαπημένο σας ποίημα;
Ε.Μ.: "Διερώτηση για να μην κάθομαι άνεργος", του Καρούζου.
Νομίζω ότι τα διηγήματά σας –ειδικά στις Χυδαίες ορχιδέες- ξεκινούν από μια μικρή αλήθεια ή από μια προσωπική εμπειρία και εξελίσσονται μετά πηγαίνοντας αυτή την αλήθεια παρακάτω με τη φαντασία σας. Ισχύει αυτό;
Ε.Μ.: Έχετε δίκιο. Τις περισσότερες φορές έτσι συμβαίνει!
Στις Χυδαίες ορχιδέες γιατί επιλέξατε οι ήρωές σας να ασχολούνται με την τέχνη;
Ε.Μ.: Πράγματι, η τέχνη είναι ένα από τα κεντρικά θέματα του βιβλίου, καθώς με απασχολεί πολύ ο τρόπος της να καθρεφτίζει την πραγματικότητα, να την ερμηνεύει διαρκώς. Οι ήρωες των διηγημάτων, όπως όλοι μας πιστεύω, ζούνε σε ένα δωμάτιο με τέτοιου είδους κάτοπτρα κι αυτό επηρεάζει τον τρόπο που ζούνε κι αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους και τις σχέσεις τους. Σε κάποια από τα διηγήματα επίσης η τέχνη, ως μετασχηματιστής της προσωπικής μας ιστορίας, έχει χαρακτήρα θεραπευτικό, λυτρωτικό.
Κάτι που μας άρεσε πολύ στις Χυδαίες ορχιδέες είναι ότι οι ήρωες και οι ιστορίες τους κινούνται ανάμεσα στο πραγματικό και το παραμυθένιο. Σαν να βγαίνουν από έναν ονειρικό κόσμο και να έρχονται στον πραγματικό χωρίς να χάνουν την ποίησή τους. Τι έχετε να σχολιάσετε πάνω σε αυτό;
Ε.Μ.: Ενώ τα περισσότερα διηγήματα είναι μακροσκελή, υπάρχουν και δυο τρεις ιστορίες σύντομες που θα μπορούσε πράγματι να τις χαρακτηρίσει κάποιος ποιητικές και στηρίζονται πιο πολύ σε μια ατμόσφαιρα που δημιουργεί η ίδια η γλώσσα κι όχι τόσο η πλοκή. Όμως, έχετε δίκιο, όλες οι ιστορίες, ενώ είναι κατά βάσιν ρεαλιστικές έχουν στοιχεία ποιητικά και στιγμές-στιγμές φλερτάρουν με το παράδοξο ενώ δανείζονται και πολλά στοιχεία απ’ το χώρο του ονείρου.
Κάντε μας εσείς μια μικρή παρουσίαση των Χυδαίων ορχιδέων...
Ε.Μ.: Οι Χυδαίες ορχιδέες αποτελούνται από 11 διηγήματα που ενώ τα «φύτεψα» αυτόνομα και ανεξάρτητα, στην πορεία κάποια κλαδιά τους μπλέχτηκαν, με αποτέλεσμα στο τέλος να δίνουν την εντύπωση ενός και μόνο δέντρου. Κάτω απ’ τη σκιά του δέντρου περιφέρονται άνθρωποι σύγχρονοι, ήρωες βγαλμένοι από την καθημερινή ζωή, ενώ θαμμένοι κάτω από το χώμα σουλατσάρουν ήρωες της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Καμιά φορά οι σύγχρονοι ήρωες κοιτάζουν στο χώμα και καθρεφτίζονται στους παλαιούς λογοτεχνικούς τους προγόνους, σαν ανεστραμμένα ή παραμορφωμένα είδωλα των τελευταίων. Αυτή η συνομιλία βρίσκεται στο κέντρο του βιβλίου.
Τέλος, τι θα θέλατε να πείτε σε αυτούς που σας διαβάζουν;
Ε.Μ.: Να συνεχίσουν γιατί τι θα κάνω χωρίς αυτούς;
Ευχαριστούμε πολύ!