Marvin's Room του Scott McPherson στον Πολυχώρο Vault
- Λεπτομέρειες
- Γράφει ο/η Χρήστος Ζούμπος Χρήστος Ζούμπος
- Κατηγορία: Θέατρο Θέατρο
- Δημοσιεύθηκε : 29 Μαρτίου 2016 29 Μαρτίου 2016
Η πρωτοπορία και ο πολυχώρος Vault τείνουν να γίνουν συνώνυμα, αν δεν έχουν ήδη γίνει. Θα ρωτήσει κανείς γιατί πρωτοπορία μια παράσταση του 1990; Πρωτοπορία επειδή θέλει θάρρος να φέρει κανείς μια επιτυχημένη παράσταση από την άλλη άκρη του Ατλαντικού, που έχει γίνει ήδη και ταινία. Πρωτοπορία ακόμα επειδή το να ακουμπά κανείς σε κείμενα που έχουν γραφτεί υπό άσχημες συνθήκες για έναν συγγραφέα, θέλει αγάπη για αυτό που πας να κάνεις και για να μη φέρεις σε δύσκολη στιγμή το κοινό θες και ταλέντο. Άρα πρωτοπορία γιατί έχουμε μια ωραία ιδέα, έχουμε θάρρος, έχουμε αγάπη και ταλέντο. Ο συνδυασμός όλων δε, το κάνει μόνο επιτυχημένο, αλλά και πρωτότυπα όμορφο κι ας το έχεις ξαναδεί ίσως κάπου, υπό άλλες συνθήκες, με άλλους ηθοποιούς, σε άλλη γλώσσα, σε άλλο στήσιμο.
Μετά από ένα ταξίδι από την δύση στην ανατολή το Marvin’s Room του Scott McPherson, ήρθε στην Αθήνα μας. Σίγουρα κάνει πιο όμορφο τον θεατρικό κόσμο της Αθήνας μια τέτοια παράσταση. Δε ξέρω πιο όμορφο πρωινό αποφάσισε ο Δημήτρης Καρατζιάς να πέσει πάνω σε αυτό το έργο αλλά σίγουρα αυτή του η απόφαση έφτιαξε τις δικές μας μέρες. Προσωπικά θεωρώ πως όταν κάποιος αποφασίζει να πάρει ένα ήδη ανεβασμένο στη κορυφή έργο, παίζει με τη φωτιά. Είναι σα να φτιάχνει ένα χάρτινο καραβάκι, να το αφήνει σε μια θάλασσα και να ελπίζει πως θα βρει τον προορισμό του σε ένα ταξίδι χωρίς πυξίδα. Αναγκασμένος σε αποφάσεις χωρίς γυρισμό, μιας και το κάθε λάθος θα χτυπήσει και θα αφήσει σημάδι. Φεύγοντας από την παράσταση ήμουν αρτιμελής πάντως.
Ο Scott McPherson έγραψε αυτό το έργο νέος, λίγο πριν τον θάνατο του, χτυπημένος από τα συμπτώματα του AIDS. Αν προσθέσει κανείς και το γεγονός πως βασίζεται σε γεγονότα που είχαν συμβεί σε γηραιότερους συγγενείς του, δε γίνεται να μην υπάρχουν στοιχεία μέσα στο κείμενο που θα δείχνουν και τον πόνο του δημιουργού. Τις σκέψεις του, γνωρίζοντας πως σύντομα έρχεται και το δικό του τέλος και ίσως αυτό να είναι το κύκνειο άσμα του, το οποίο παρεμπίπτοντως ήταν κιόλας. Η ιστορία ασχολείται με μια οικογένεια και κυρίως με τις σχέσεις δύο αδερφών, της Μπέσυ (Αθηνά Τσιλύρα) και της Λι (Αλεξάνδρα Παλαιολόγου). Η Μπέσυ μαθαίνει μετά την επίσκεψη της στον γιατρό Γουόλι (Ιωσήφ Ιωσηφίδης) πως πάσχει από λευχαιμία και πρέπει πια να απευθυνθεί στους άμεσους συγγενείς της για μόσχευμα. Οι σχέσεις της με την Λι δεν είναι καθόλου καλές, μιας και έχουν να μιλήσουν εδώ και 20 σχεδόν χρόνια! Παρ' όλα αυτά θα υπάρξει σημείο επαφής ανάμεσα τους και θα έρθουν στο προσκήνιο ο Χανκ (Δημήτρης Καρατζιάς) και ο Τσάρλι (Στράτος Στρατηγαρέας), γιοί της Λι. Ήδη υπάρχουν στη ζωή της ο πατέρας της, ο οποίος είναι κατάκοιτος και δεν εμφανίζεται παρά μόνο ακούγεται στο έργο, καθώς και η Ρουθ (Γιάννα Σταυράκη), θεία της Μπέσυ, η οποία είναι όρθια μόνο χάρη στην τεχνολογία αλλά με κάποια παρατράγουδα...
Έτσι, ξετυλίγονται μέσα από τις μνήμες του Χανκ με τον οποίο ξεκίνα και το έργο, οι ζωές των μελών αυτής της οικογένειας. Κάθε μέλος έχει και διαφορετικά προβλήματα. Όπως είπαμε η Μπέσυ πάσχει από λευχαιμία, αλλά πριν ανακαλύψει τη νόσο είχε αφοσιωθεί στη φροντίδα του πατέρα της και της θείας της. Τα προβλήματα υγείας του πατέρα είχαν οδηγήσει την Λι στην φυγή, μιας και ήθελε να ζήσει τη ζωή της και να κάνει τη δική της οικογένεια. Μια επιλογή που της έφερε δύο γιους, με τον Χανκ να καταλήγει στο ψυχιατρείο και τον Τσάρλι χαμένο στα βιβλία του. Όλα αυτά φυσικά την άφησαν χαμένη στα προβλήματά της. Μέσα σε αυτό το έργο είναι έντονο το συναισθηματικό στοιχείο και πολλά στοιχεία της κοινωνίας που οδηγούν σε παράταιρες συμπεριφορές. Αποτυπώνεται το πώς μπορεί κάποιος να ξεφύγει από το σωστό και να μην καταλάβει πως το έχει κάνει, αφού δεν μπορεί να διακρίνει πια τίποτα πέρα από τα προβλήματα του. Κάπου μέσα σε όλα αυτά ο θεατής θα αφεθεί στο υπόβαθρο του έργου και θα κολυμπήσει μαζί με τον δημιουργό του σε σκέψεις που θα ταράξουν τον ψυχικό του κόσμο.
Σκηνοθετικά το έργο κυλά με τρόπο ομαλό για τον θεατή και δεν θα καταλάβει κανείς πως εύκολα θα έχουν περάσει δύο και πλέον ώρες μέχρι το χειροκρότημα. Εκεί είναι που θα πεις πως θα ήθελες να είχε κι άλλο. Αυτό είναι από τα στοιχεία που αναδεικνύει την καλή δουλειά του Δημήτρη Καρατζιά. Βέβαια, δεν μένει μόνο στην καλή σκηνοθεσία ο Δημήτρης Καρατζιάς, αλλά παραδίδει και μια δυνατή ερμηνεία ως Χανκ. Η Αθηνά Τσιλύρα θα σε κάνει να νιώσεις πως όντως ζει τη φροντίδα του πατέρα της, πως όντως είναι η γλυκιά αδερφή, θεία, γυναίκα που υποδύεται - μια γυναίκα που, αφοσιωμένη στην οικογένεια της, έχει ξεχάσει τη ζωή της. Είναι πολύ καλή σε αυτή την ερμηνεία και ιδιαίτερα συγκινητική. Η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου, δένει στον ρόλο της Λι. Δεν χάνεται στις απαιτήσεις του ρόλου μιας γυναίκας επιφανειακά εγωίστριας, αλλά γεμάτης πληγών από το παρελθόν. Μιας γυναίκας που δείχνει να μην ενδιαφέρεται για πολλά, αλλά στη πραγματικότητα να θέλει να δείξει αγάπη. Μεταβολές που έχουν απαιτήσεις και αν μη τι άλλο η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου ανταποκρίνεται πλήρως στη τρέλα του ρόλου. Για την Γιάννα Σταυράκη ως θεία Ρουθ δεν υπάρχουν και πολλά να πει κανείς πέρα από συγχαρητήρια, μιας και το να κάνεις αυτό που απαιτεί ο ρόλος είναι δύσκολο, αλλά οι καλοί ηθοποιοί είναι για τα δύσκολα.
Μη νομίζει κανείς πως αναφέρομαι στους δύο εναπομείναντες άντρες του καστ τελευταίους επειδή υστερούσαν κάπου, αλλά η σειρά έχει και ένα στοιχείο ευγένειας. Ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης, ως γιατρός Γουόλι κατά κύριο ρόλο, ως γιατρός του Χανκ στο ψυχιατρείο αλλά και ως διευθυντής γηροκομείου, δένει αρμονικά με τους υπόλοιπους και βάζει το ταλέντο του παρακαταθήκη στην επιτυχία του Marvin's Room. Ο Στράτος Στρατηγαρέας, σε έναν ρόλο που κάτι θα σας θυμίσει και δεν θα κάνετε λάθος, όσο καλός ήταν τότε στην Εθνική Ελλάδος του Γιώργου Καπουτζίδη τόσο καλύτερος είναι τώρα υπό την αιγίδα και την καθοδήγηση του Δημήτρη Καρατζιά. Η μουσική του Μάνου Αντωνιάδη δίνει μια νότα νοσταλγίας και μαζί με όλα τα υπόλοιπα, όπως τον φωτισμό του Βαγγέλη Μούντριχα, τα κουστούμια του Aλέξη Φούκου και τη μετάφραση της Μελισσάνθης Μάχουτ που είναι και ιδιαίτερα σημαντική, κάνουν το χάρτινο αυτό καραβάκι με θάρρος, με αγάπη, αλλά και με ταλέντο να έχει βρει το λιμάνι του στο Vault, να γεμίζει τους θεατές συναισθήματα και τους συντελεστές αυτής της επιτυχίας συγκίνηση για το δυνατό χειροκρότημα που νωρίτερα έχει προκαλέσει η ερμηνεία τους.