The Membranes w/ The Spinners live @ Temple
- Λεπτομέρειες
- Γράφει ο/η Χριστίνα Δραγγανά Χριστίνα Δραγγανά
- Κατηγορία: Live & Συναυλίες Live & Συναυλίες
- Δημοσιεύθηκε : 12 Φεβρουαρίου 2020 12 Φεβρουαρίου 2020
Όταν ανακοινώθηκε το εν λόγω live, μας κίνησε πολύ την περιέργεια καθώς δεν ήμασταν σίγουροι τι ακριβώς είχαμε να περιμένουμε. Γνωρίζοντας πως συνήθως τα live που διοργανώνει η Primitive music είναι συλλεκτικά και σκεπτόμενοι πως οι Membranes είναι μια ιστορική μπάντα για την post punk μυθολογία δεν είχαμε άλλη επιλογή από το να εμπιστευτούμε το ένστικτό μας και να προσέλθουμε την πρώτη Πέμπτη του Φλεβάρη στο Temple.
Οι δικοί μας Spinners ανέβηκαν πρώτοι στο stage του Temple. Ο ήχος τους άκρως σπινταρισμένος, γεμάτος ηλεκτρισμό από τα πρώτα δεύτερα, τρυπούσε τύμπανα με την έντασή του. Αρκετά σκληρός ώστε να μας κρατήσει σε εγρήγορση και να ανεβάσει την ενέργεια στα ύψη. Η συγκεκριμένη μπάντα μετράει ήδη δέκα χρόνια ζωής, κάτι το οποίο είναι εμφανές. Από που; Από το γεγονός πως παίζουν με απόλυτη συγκέντρωση, άνεση, χωρίς ίχνος αγωνίας, απολαμβάνοντας στο 100% αυτό που κάνουν. Στο μισάωρο της εμφάνισής τους δεν υπέδειξαν μεγάλη γκάμα μουσικών εναλλαγών, κάτι που ίσως για περισσότερο χρονικό διάστημα να φάνταζε μονότονο κι επαναλαμβανόμενο. Αυτό ωστόσο μένει να το διασταυρώσουμε σε επόμενη, μεγαλύτερης διάρκειας εμφάνισή τους.
Membranes, η μπάντα η οποία στα 80's, μαζί με άλλες στη Μεγάλη Βρετανία, σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή κι επανεμφανίστηκε με νέο υλικό πριν από λίγα χρόνια. Ειδικά το δεύτερο αποτελεί μια σπάνια περίπτωση καθώς συνήθως μπάντες που επιστρέφουν από το ένδοξο παρελθόν επαναπαύονται στις δάφνες τους. Δεν εξελίσσονται μουσικά δημιουργώντας φρέσκο, ενδιαφέρον νέο υλικό.
Τελικά το ένστικτό μας δεν μας διέψευσε. Οι Membranes απέδειξαν πως εξακολουθούν να ξεχειλίζουν από ασίγαστη φρενιασμένη ενέργεια. Κινητήριος δύναμή τους ο αεικίνητος John Robb. Άκρως επικοινωνιακός δεν έχανε ευκαιρία συνομιλίας με το κοινό, το οποίο φυσικά ήταν μόνο υποψιασμένο. Μνημόνευε την εμφάνισή τους στη χώρα μας πριν από 30+ χρόνια, στην οποία όπως φάνηκε είχαν παρευρεθεί λίγοι από τους παρευρισκόμενους. Ο John που θα ήθελε να λέγεται Γιάννης, χρησιμοποιούσε το μπάσο του ως ένα μαγικό όπλο που σκορπά πάθος και ζωή μέσα από τις ηχητικές του ριπές. Οι κιθάρες των Nick Brown και Peter Byrchmore συνόδευαν δεξιοτεχνικά το πρωταγωνιστικό μπάσο το οποίο συμπλήρωναν τα εξίσου ρυθμικά ντραμς του Rob Haynes. Guest star της βραδιάς, η μαυροφορεμένη φιγούρα με τη λουλουδένια πλερέζα στα synth, που προσέδιδε έξτρα δραματική αίσθηση.
Απολαύσαμε κάθε λεπτό του live, ένα μουσικό “σουρεαλιστικό θεατρικό” που είχαμε καιρό να δούμε. Το κοινό ήταν κατενθουσιασμένο, γιατί είχε απέναντί του κάτι γνήσιο, κάτι ολοκληρωμένο, ανόθευτο, που δεν είχε καμία υπόνοια αρπαχτής δεινοσαυρίστικων (sic) διαστάσεων. Κάτι που φάνηκε και στο τέλος, όταν ζητούσαμε λίγο ακόμα. Η απάντηση του J.R. ήταν απλή και ειλικρινής, του ήταν αδύνατον εξαιτίας του κατεστραμμένου του λαιμού. Μικρά (διαλεχτά) live για ένα μικρό κοινό, σε εξίσου μικρούς χώρους. Αγαπημένη συνήθεια που δεν μπορεί να συγκριθεί με στάδια κι αρένες, και δεν χρειάζεται...
Φωτογραφίες: Σοφοκλής Κιουρτζόγλου