The Monochrome Set live @ An Club

Βοριαδάκι δίχως An, Φθινόπωρο δίχως  πρωτοβρόχια. Ευτυχώς η κλιματική αλλαγή δεν μας στέρησε τις πρώτες στάλες βροχής που θα ξεπλύνουν την τελευταία αρμύρα από τα χείλη μας. Φυσικά πρέπει να υπάρχει ένας καλός λόγος για να κατέβεις στο -1 και κάτι της οδού Σολωμού. Πόσο μάλλον όταν ξέρεις πως ούτως ή άλλως έρχονται μέρες γεμάτες, ταξιδιάρες. Θα μπεις στον κόπο μόνο για κάτι διαφορετικό που ευελπιστείς πως θα σου αφήσει μια όμορφη μουσική ανάμνηση. Eπειδή λοιπόν, γνώριζα πως οι Monochrome Set αποτελούν κομμάτι της cult μουσικής μυθολογίας, θέλησα να το διασταυρώσω ιδίοις όμμασι. Γιατί ξέρετε, πολλές φορές το παρελθόν παίρνει διαστάσεις θρύλου, που αρκετές φορές είναι απλά ένας κούφιος απόηχος.

Στην αρχή κοντοστάθηκα στην πόρτα με απορία, δεν ήταν σχεδόν κανείς. Ίσως φτάσαμε νωρίς, λες να τους πτόησε η πτώση θερμοκρασίας και να πέσαν σε κατάθλιψη; σκέφτηκα. Όταν εμφανίστηκαν στη σκηνή οι Cosmonuts, ήμασταν όλοι κι όλοι καμιά δεκαπενταριά άτομα. Α συγγνώμη! Είκοσι μαζί με την πενταμελή μπάντα. Τα νεαρά αυτά αγόρια από τα Χανιά, μοιάζουν να αγαπούν αυτό που κάνουν. Ειδικά ο κιθαρίστας τους, Γιάννης Πανηγυράκης, έδειχνε να λιώνει υπό τον ήχο της κιθάρας του, την οποία έκανε να σκούζει με κάθε ευκαιρία. Επίσης ο frontman Δημήτρης Καπουράνης δεν μας άφησε ασυγκίνητους με τις φωνητικές του δεξιότητες. Αυτοχαρακτηρίζουν τη μουσική τους ως psychedelic rock, rock n' roll, rythm n' blues. Δεν απέχει πάρα πολύ από την πραγματικότητα και σε κάποια κομμάτια τους διαφαίνονταν ένα κάποιο δέσιμο των ειδών αυτών. Ωστόσο ως επί το πλείστων μας έδωσαν την εντύπωση πως ακόμη αναζητούν τον προσωπικό τους ήχο, χωρίς να έχουν ακόμη κατασταλάξει που θα ήθελαν να κινηθούν μουσικά.

cosmonuts 05

 

Όταν άφησαν τη σκηνή εμφανίστηκε λίγος ακόμη κόσμος, ωστόσο το μαγαζί ήταν αισθητά άδειο. Ακόμη αναρωτιόμουν.

Οι Monochrome Set αβάσταχτα κλασάτοι. Γοητευτικοί και συνάμα απόμακροι μια σπουδαία μπάντα η οποία φέρει - στην καμπουριασμένη πλέον πλάτη της - ουκ ολίγες διαμαντόπετρες (since 1978). Θα έλεγα μεγάλη μπάντα του ροκ εν ρολ, αλλά το θέμα είναι πως δεν είναι ροκ εν ρολ, μαζί με όλους τους συνειρμούς που πάνε πακέτο με το συγκεκριμένο χαρακτηρισμό. Γιατί; Διότι ετούτοι εδώ, αβίαστα, συνδυάζουν την «κινησιολογία» της τζαζ, τον ένρινο τόνο των Sun studios, τη μουντίλα των Velvets, τον παιχνιδιάρικο απόηχο της country, την ζωντάνια των Kinks... κι άλλα τόσα. Άσχετο αν για χάριν ευκολίας, για να μπουν στα γνωστά κουτάκια, τους βάζουν κάτω από την αρκετά μεγάλη πλέον ομπρέλα του post punk/new wave. Στην πραγματικότητα μοιάζουν σαν να έπεσαν από το διάστημα. Ο Φινλανδός αλκοολικός τύπος που εφηύρε το κινηματογραφικό είδος του Asylum fairytale θα μπορούσε κάλλιστα να τους εμπιστευτεί τη μουσική επένδυση των ταινιών του.

Η φωνή του Bid ώριμη και απαλή σαν έναν πλούσιο παλαιωμένο brandy. Είναι ένας μειλίχιος διάβολος με τον αέρα ενός ακόλαστου δανδή. Το σουρεαλιστικό σκηνικό, συμπλήρωναν ο Mike Urban aka τρελοκαπελάς, δεξιοτέχνης των ντραμς, ο ρασοφορεμένος John Paul Moran ξεκαρδιστικός στα πλήκτρα. Ωστόσο αγαπημένη φιγούρα (χωρίς φράντζα πλέον), ο τραγικά υποτιμημένος μπασίστας θρύλος της γενιάς του Andy Warren. Με λοξοκοιτούσε με μισό μάτι, στέκονταν σταυροπόδι, ξερακιανή σιλουέτα. Η επιτομή του γοτθικού coolness, ο πάλαι ποτέ στυλοβάτης των Adam & the Antz. Ας μην ξεχνάμε πως ο τρόπος που έπαιζε στους Dirk Wears White Sox επηρέασε πολλούς μουσικούς της γενιάς του. Ακόμη και σήμερα συνεχίζει να εμπνέει, κάτι που έγινε και την εν λόγω βραδιά.

 

the monochrome set 01

 

Ας ξεκολλήσω όμως από τον Warren, για να ομολογήσω πως ζωντανά, οι Monochrome Set ήταν μια αποκάλυψη. Το set τους ισοροπούσε ιδανικά ανάμεσα σε παλιό και νέο υλικό. Επίσης, φαίνεται να έχουν ξαναβρεί τη χάρη της παλιότερης «κλασικής» τους μουσικής και πως μπορούν να γλιστρούν σε αυτή με μια πιο εκλεπτυσμένη κυνική ενέργεια. Το μόνο που έλειπε ήταν το λεγόμενο πέμπτο μέλος της μπάντας. Τα πειραματικά projections του Tony Potts, τα οποία είχε δημιουργήσει μόνο για τα Live τους.  

Στο άκουσμα των I Feel Fine (Really), Beast και των υπέροχων λαρυγγισμών των Demon, Jack, το μεγαλούτσικο ανδρικό - ως επί στο πλείστων -  κοινό, παρασύρθηκε, απολαμβάνοντας κάθε τους λεπτό. Οι στιγμές ενθουσιώδους χορού της μικρής μας παρέας ήταν άλλωστε οι κορυφαίες της βραδιάς. Όσοι παρέμεναν φαινομενικά ακίνητοι, χωρίς αμφιβολία χτυπούσαν το χοντρό δάχτυλο του ποδιού τους μέσα από την κάλτσα των παπουτσιών τους. Ο γκρίζος λονδρέζικος απόηχος μελαγχολίας ήταν εμφανής στην ατμόσφαιρα και τονίζονταν από την κάπως άχαρη εικόνα του μισο-άδειου Club. Ωστόσο οι μονόχρωμοι τα πήραν όλα σβάρνα όταν ήρθαν τα πιο αναγνωρίσιμα singles τους, Alphaville, Jet Set Junta, Eine Symphonie Des Grauens, The Mating Game. Μετά την πρώτη γκρίζα μέρα οι Monochrome Set μας κέρασαν ένα πολύχρωμο cake πασπαλισμένο με ψυχεδελικό γλάσο. Σαν ένα space cake διαρκείας με την επίγευσή του να μας συντροφεύει κάθε φορά που ένα συννεφάκι σκάει πάνω από τα κεφάλια μας. Τέλος, να μην ξεχάσουμε πως εκτός από μπάντα-είδος από μόνη τους είναι και fashion icons που απέχουν πολύ από τα σύγχρονά τους πρότυπα, την τότε Θατσερική εποχή. Τι μας δίδαξαν οι μονόχρωμοι το σαββατόβραδο; Ακολουθούμε με άνεση την κάβλα και μόνο, μακριά από εποχές και πρότυπα. Παραφράζοντας τον αξέχαστο Χάρι Ντιν Στάντον... «Όλα είναι μακρόκοσμοι του εγώ που όταν ενωθούν με άλλα εγώ δημιουργούν έναν μικρόκοσμο.»

 

 

Τα Cookies συμβάλλουν στην καλύτερη εμπειρία σας κατά την πλοήγηση στον ιστότοπο του evart.gr. Με την πλοήγησή σας αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης.