"Η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ" του Σάμιουελ Μπέκετ στο Bios
Το Σάββατο 19 Μαρτίου βρεθήκαμε στο υπόγειο του Bios, σε μικρό αλλά πολύ όμορφο χώρο, για να δούμε την παράσταση: «Η τελευταία μαγνητοταινία του Κράπ» του Σάμιουελ Μπέκετ, στην οποία τη μετάφραση, τη σκηνοθεσία και την ερμηνεία υπογράφει ο Αντώνης Αντωνόπουλος.
Ο Κραπ είναι ένας άνδρας που κάθε χρόνο στα γενέθλιά του ηχογραφεί μια μαγνητοταινία με τα σημαντικότερα γεγονότα του χρόνου που πέρασε. Πριν την καινούρια ηχογράφηση ακούει μια παλαιότερη. Έτσι στα εξηκοστά ένατα γενέθλια του έρχεται αντιμέτωπος με αποφάσεις που πήρε πριν από τριάντα χρόνια. Ακόμα όμως και αν δεν έπαιρνε αυτές τις αποφάσεις, η πορεία της ζωής του θα άλλαζε ριζικά; Και αν ναι, θα τον ενδιέφερε αυτή η «αλλαγή»;
Ένα μουντό, καταθλιπτικό, σχεδόν απόκοσμο σκηνικό ήταν ότι έπρεπε για να σε μεταφέρει στο άκρως πεσιμιστικό περιβάλλον του Ιρλανδού συγγραφέα. Τα σκηνικά της Ιωάννας Τσάμη ήταν λιτά, χωρίς περιττούς εντυπωσιασμούς. Μια καρέκλα, ένα τραπέζι, ένα κουτί με τις παλιές ταινίες, ένα μικρόφωνο, οι μαγνητοταινίες που ηχογραφούνται ζωντανά εκείνη τη στιγμή και ένα βιντεοσκοπημένο υλικό δράσεων όπου ο πρωταγωνιστής είναι ο Κραπ σε μεγάλη ηλικία. Στην ουσία το βίντεο μέσω της οθόνης παίρνει τον ρόλο του καθρέφτη... Του καθρέφτη της ψυχής του ήρωα, όπου ο παλιός εαυτός του έρχεται αντιμέτωπος με τη νέα εκδοχή του και τις αποφάσεις του. Όλα αυτά, όμως, δεν θα μπορούσαν να σταθούν χωρίς τον εξαιρετικό φωτισμό του Τάσου Παλαιορούτα, με το κατάλευκο φως που υπήρχε κοντά στο βίντεο αλλά και την ελάχιστη φωτεινή πηγή (που συχνά τρεμόπαιζε) που φώτιζε το τραπέζι όπου ο Κραπ ηχογραφούσε τις μαγνητοταινίες του, να δίνουν μια διαφορετική πινελιά στην όλη ατμόσφαιρα. Πολύ γρήγορα όλα αυτά τα μικρά αλλά ιδιαίτερα έξυπνα στοιχεία φτιάχνουν ένα πάζλ εφιάλτη, όπου ο θεατής προσπαθεί έντονα να ξεφύγει μα κάτι τον κρατάει και τον αναγκάζει να έρθει αντιμέτωπος και με τις δικές του πράξεις και αποφάσεις στη ζωή.
Ο ηθοποιός Αντώνης Αντωνόπουλος από την αρχή της παράστασης μας υποδέχτηκε με ένα κινησιολογικό ταξίδι επί σκηνής. Ήταν σαν να παρακολουθείς χοροθέατρο, όπου ο ηθοποιός με τις κινήσεις του προσώπου και τις εμμονικές κινήσεις του σώματός του σε μετέφερε στην ψυχολογία και την ιδιοσυγκρασία του Κραπ. Οι μεγάλες παύσεις του ρόλου αλλά και ο τρόπος που τις εκτελούσε ο Αντώνης Αντωνόπουλος σου έδιναν τη δυνατότητα να αναρωτηθείς και εσύ μαζί με τον πρωταγωνιστή για τις αποφάσεις που πήρε (αλλά και πήρες...) και για το πόσο ανώριμα έχουμε φερθεί όλοι μας στο παρελθόν και πόσο θα θέλαμε να αλλάξουμε κάποιες από τις πράξεις μας. Όταν μάλιστα μονολογούσε και εξιστορούσε όλα αυτά τα γεγονότα του παρελθόντος (με ιδιαίτερη έμφαση στο σημείο που έκανε έρωτα με μια κοπέλα σε μια βάρκα) ο τόνος της φωνής του γινόταν περιπαιχτικός. Αξίζει να σημειωθεί πως όσο περισσότερο κοιτούσες τον Κραπ τόσο περισσότερο ένιωθες την ανάγκη να στρέψεις το βλέμμα σου κάπου αλλού. Σαν κάτι από τον Κραπ να μας φόβιζε και παράλληλα να μας υπνώτιζε, οδηγώντας μας στον πιο σκοτεινό λαβύρινθο του εαυτού μας.
Το μόνο μείον που μπορώ να υπολογίσω είναι οι θέσεις για τους θεατές που αποτελούνταν από αναποδογυρισμένα καφάσια, καθώς όταν πήγα να κάτσω παραλίγο να πέσω μιας και τα καφάσια δεν ήταν καθόλου σταθερά. Επίσης, δυσκολευόμουν πάρα πολύ να δω όλη την σκηνή και αυτό λόγω του στησίματος των θέσεων. Δυστυχώς όλη αυτή η κατάσταση σου αποσπάει την προσοχή και δεν σε αφήνει να συγκεντρωθείς απόλυτα στην παράσταση.
Τέλος, θέλω να μείνω σε κάτι το οποίο είπε ο ίδιος ο Αντώνης Αντωνόπουλος σε συνέντευξή του (ηθοποιός-σκηνοθέτης της παράστασης) το οποίο το θεώρησα αρκετά σημαντικό και μου έδωσε πολύ τροφή για εσωτερική έρευνα: «Η αλήθεια είναι ότι έχουμε όλοι βρεθεί σε αυτήν τη θέση. Συνειδητοποιούμε πόσο γελοίοι έχουμε υπάρξει στο παρελθόν ή τελικά πόση σημασία έχουν πλέον πράγματα για τα οποία κάποτε θυσιαστήκαμε. Ο Κραπ αποφάσισε να θυσιάσει την προσωπική του ζωή για χάρη της δουλειάς του. Θεώρησε ότι βρέθηκε μπροστά σε μια επιφοίτηση και ότι το συγγραφικό του αριστούργημα τον περιμένει. Αποφασίζει να απομακρυνθεί από τον έρωτα και την αγάπη. Στο τέλος, δυστυχώς, μόνος και αποτυχημένος αναρωτιέται αν πήρε τη σωστή απόφαση.»
Μια παράσταση που κάποιους θα τους ενθουσιάσει, κάποιους θα τους αφήσει απαθέστατους, σε ορισμένους θα δώσει πολλή τροφή για εσωτερική αναζήτηση και κάποιους άλλους θα τους φοβίσει και θα τους κάνει να βγάλουν όλη την κακία τους για την παράσταση. Μήπως αυτοί είναι και οι άνθρωποι που φοβούνται να έρθουν αντιμέτωποι με τον εαυτό τους και τα πιο καλά κρυμμένα τους μυστικά; O χρόνος θα το δείξει...